Πριν λίγες ημέρες διάβασα το βιβλίο του Χρήστου Κεφαλή με τίτλο Από τον Οκτώβρη στον Στάλιν. Πολλές ήταν οι ερωτήσεις που ήρθαν στο μυαλό μου σχετικά με το θέμα και ο συγγραφέας απαντά σε μερικές από αυτές.
- Κάνετε ένα οδοιπορικό από την επικράτηση της επανάστασης έως και την εποχή του Στάλιν. Πώς θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε αυτή την εποχή, αυτό το πέρασμα;
Θα έλεγα ότι δεν πρόκειται για μια αλλά για δυο διαφορετικές εποχές, για το πέρασμα από μια εποχή σε μια άλλη. Η επανάσταση και η δεκαετία του 1920 χαρακτηρίζονται από μεγάλες, δημιουργικές ανακατατάξεις σε όλα τα πεδία, οικονομία, εκπαίδευση, επιστήμη, τέχνη, εθνικές σχέσεις. Είναι ανακατατάξεις που απορρέουν από το ίδιο το σοσιαλιστικό περιεχόμενο της επανάστασης, παρότι με την εισαγωγή της ΝΕΠ το 1920 καθιερώνεται μια ορισμένη, ελεγχόμενη ελευθερία για τον καπιταλισμό και το εμπόριο.
Αυτό που κυριαρχεί σε αυτή την περίοδο είναι η απελευθερωτική διάσταση της επανάστασης. Καταργούνται παρωχημένες φεουδαρχικές σχέσεις και δομές αιώνων. Η τσαρική καταπίεση αντικαθίσταται με την ελευθερία ανάπτυξης των εθνών, πολλά από τα οποία, ιδιαίτερα στην Ασιατική Ρωσία, περνούν από τη βαρβαρότητα στον πολιτισμό. Γίνονται μεγάλα βήματα στην καταπολέμηση του αναλφαβητισμού και σε μια δεκαετία οργανώνεται μια πανεπιστημιακή εκπαίδευση εφάμιλλη με της Δύσης. Η ΕΣΣΔ βρίσκεται στην παγκόσμια πρωτοπορία σε τομείς όπου υστερούσε στο παρελθόν, από επιστήμες όπως το δίκαιο, η ψυχολογία, η επιστημολογία (με το έργο των Πασουκάνις, Βιγκότσκι, Χέσεν, κ.ά.), ως τον κινηματογράφο, με τις ταινίες του Αϊζενστάιν και άλλων δημιουργών, ενώ ανθίζει η λογοτεχνία με τους συνοδοιπόρους (Μπαμπέλ, Πιλνιάκ, αδελφοί Σεράπιον) και τον Μαγιακόφσκι. Ταυτόχρονα, όμως, πρόκειται για μια εύθραυστη διαδικασία, επειδή ξεκινά από ένα χαμηλό αρχικό επίπεδο οικονομικής και πολιτιστικής καθυστέρησης.
Το σημείο καμπής είναι η βίαιη κολεκτιβοποίηση, που επιβάλλει το 1929 ο Στάλιν. Η κολεκτιβοποίηση διαταράσσει την εύθραυστη ισορροπία στις σχέσεις της εργατικής τάξης και της αγροτιάς. Το αποτέλεσμα είναι μαζικές αγροτικές εξεγέρσεις που καταπνίγονται βίαια και ο λιμός του 1932-33, με 4 ως 5 εκατομμύρια θέματα. Αυτό θέτει το σκηνικό για τις Δίκες της Μόσχας και τις μαζικές εκκαθαρίσεις των χρόνων 1936-38, με τις οποίες αντιστρέφονται οι προηγούμενες κατευθύνσεις σε όλους τους τομείς και επιβάλλεται ένα καθεστώς μαζικής τρομοκρατίας και καταπίεσης. Επικρατεί ο βυζαντινισμός, η απολογητική αποσύνθεση των κοινωνικών επιστημών και της τέχνης, που καταπιάνονται πλέον με την εξύμνηση του Στάλιν, και η άνοδος τσαρλατάνων όπως ο Λισένκο.
- Χρησιμοποιείτε μια σειρά μαρτυριών τόσο υπέρ όσο και κατά της επανάστασης. Πώς θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε το κλίμα που επικρατούσε εκείνη την περίοδο;
Η ρωσική επανάσταση του 1917 ήταν μια κοσμοϊστορική ανατροπή που συντάραξε ολόκληρη την Ευρώπη. Πολλοί ανταποκριτές ευρωπαϊκών εφημερίδων, διανοούμενοι, καλλιτέχνες, μέλη διεθνών οργανισμών και συμμαχικών αποστολών, διπλωμάτες, Λευκοί αξιωματούχοι φυγάδες στη Δύση, κατέθεσαν σε βιβλία τις εμπειρίες τους. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι μαρτυρίες δυτικών δημοσιογράφων όπως ο Τζον Ριντ, αλλά και άλλοι, λιγότερο γνωστοί, όπως η Μπίτι, ο Γουίλιαμς, ο Ράνσομ, ο Πράις. Δεν είναι λιγότερο σημαντικές οι μαρτυρίες διανοούμενων όπως ο Μπρέϊλσφορντ, ο Ρος, καλλιτεχνών όπως ο Χάσεκ και η Σέρινταν, μελών διεθνών αποστολών όπως ο Ρόμπινς και ο Μπούλιτ. Αυτές όλες είναι φιλο-μπολσεβίκικες πηγές. Από τη μεριά των Λευκών και των επεμβατιστών έχουμε πολλές προπαγανδιστικές εκθέσεις προορισμένες να δικαιολογήσουν την επέμβαση, υπάρχουν όμως και απροκατάληπτες, έντιμες μαρτυρίες, όπως του στρατηγού Γκρέιβς, του Άλμπερτσον, της Χάρισον, του Φεντότοφ. Παρμένες όλες μαζί αυτές οι πηγές δίνουν ένα πανόραμα της επανάστασης, ενώ ορισμένες περιέχουν ενδιαφέρουσες αναλύσεις για τους μετασχηματισμούς που εισάγει και τις παραπέρα προοπτικές της.
Το κλίμα της εποχής που αναδύεται συνολικά από τις μαρτυρίες είναι ο ενθουσιασμός και η υποστήριξη του ρωσικού λαού για τις θετικές, ιστορικά αναγκαίες αλλαγές που φέρνει η επανάσταση, όπως η έξοδος από τον πόλεμο, η διανομή της γης στους αγρότες. Οι Μπολσεβίκοι δεν ήταν πραξικοπηματίες, στηρίζονταν στην υποστήριξη των Σοβιέτ, που ξεπήδησαν από την επανάσταση, εξ ου και η υπερίσχυσή τους στον εμφύλιο έναντι των Λευκών και των επεμβατιστών. Αυτά τα περιστατικά μετατρέπουν σε συμπαθούντες των Μπολσεβίκων πολλούς από τους συγγραφείς που ανέφερα, οι οποίοι ήταν αρχικά ουδέτεροι.
Από την άλλη μεριά, υπάρχει μια έντονη διαμάχη για τη βία και τις καταστροφές της επανάστασης, την τρομοκρατία, που αποτελούν το κύριο μοτίβο της προπαγάνδας των Λευκών. Οι μαρτυρίες, ωστόσο, δίνουν μια διαφορετική εικόνα. Η Κόκκινη Τρομοκρατία ασφαλώς περιλαμβάνει αδικίες, κηλίδες, εκτελέσεις αθώων, είναι όμως μια επιλεκτική τρομοκρατία που ασκείται κατά κανόνα ενάντια στους πραγματικούς εχθρούς της επανάστασης. Η Λευκή Τρομοκρατία αντίθετα είναι ωμή, αδιάκριτη τρομοκρατία, με αντισημιτικά πογκρόμ τα οποία μόνο στην Ουκρανία θα στοιχίσουν από 100 ως 250.000 ζωές, μαζικές εκτελέσεις αιχμαλώτων, αγροτών που αρνούνται να καταταγούν στους στρατούς του Ντενίκιν και του Κολτσάκ, κ.ά.
Από αυτή την άποψη η αναίτια τρομοκρατία που εξαπέλυσε το 1936-38 ο Στάλιν, η οποία είχε σαν πρώτα θύματά της τα ηγετικά στελέχη των Μπολσεβίκων στην Οκτωβριανή Επανάσταση, μοιάζει περισσότερο, στους σκοπούς και τη μεθοδολογία της, με την τρομοκρατία των Λευκών στο ρωσικό εμφύλιο, παρότι ασκήθηκε στο όνομα του «κομμουνισμού». Ήταν μια διαδικασία που έπληξε τελείως αθώους αξιωματούχους, διανοούμενους και απλούς πολίτες, κάνοντας τον Στάλιν ένα νέο τσάρο.
- Μετά τον θάνατο του Λένιν εξελέγη ο Στάλιν ως γενικός γραμματέας του κόμματος των μπολσεβίκων;
Ο Στάλιν εκλέγεται στη θέση του Γενικού Γραμματέα το Μάρτιο του 1922 ενόσω ζούσε ο Λένιν, λίγους μήνες πριν το επεισόδιο που θα τον αφήσει ουσιαστικά παράλυτο. Άτυπα είχε αυτή τη θέση και τον έλεγχο του κομματικού μηχανισμού από τον τερματισμό του εμφυλίου και μετά. Ωστόσο, αρχικά τουλάχιστον, δεν αποδιδόταν στη θέση του Γενικού Γραμματέα το βάρος που απέκτησε αργότερα. Αυτό που την κάνει αποφασιστική είναι η σημασία που αποκτούν τα οργανωτικά ζητήματα της ανοικοδόμησης μετά την ήττα της επέμβασης, η έλλειψη δημοκρατικών παραδόσεων στη Ρωσία και η ισχύς της κρατικής γραφειοκρατίας, που δίνει μια δυνατότητα σε όποιον ελέγχει τον κομματικό και κρατικό μηχανισμό να επιβάλει μια αυταρχική, δικτατορική εξουσία.
Ο Λένιν διέκρινε αυτούς τους κινδύνους και στα τελευταία γράμματά του, στη «διαθήκη» του, πρότεινε την απομάκρυνση του Στάλιν από τη θέση του Γενικού Γραμματέα. Η πιο ισχυρή κριτική του ενάντια στον Στάλιν θα γίνει την ίδια περίοδο σε σύνδεση με το εθνικό ζήτημα. Ο Στάλιν προσανατολιζόταν στη δημιουργία ενός συγκεντρωτικού κράτους με κέντρο τη Ρωσία, στην οποία θα προσχωρούσαν οι υπόλοιπες δημοκρατίες. Ο Λένιν πίστευε ότι αυτό θα αναβίωνε το μεγαλορωσικό σοβινισμό του παρελθόντος, ιδιαίτερα επειδή στο ρωσικό κρατικό μηχανισμό είχαν ενσωματωθεί τμήματα της τσαρικής υπαλληλίας, που δεν είχαν απαλλαγεί από τις παλιές συνήθειες. Σε ένα άρθρο του για τη συγκρότηση της ΕΣΣΔ, με αφορμή τη βίαιη συμπεριφορά μερικών προσκείμενων στον Στάλιν στελεχών απέναντι στους κομμουνιστές της Γεωργίας, αποκαλεί τον Στάλιν εθνικιστή και σκαιό Μεγαλορώσο χωροφύλακα.
Η πρόταση του Λένιν για απομάκρυνση του Στάλιν δεν έγινε δεκτή, κυρίως επειδή οι άλλοι ηγέτες δεν τον υπολόγιζαν εκείνο τον καιρό ιδιαίτερα. Ο Ζινόβιεφ, ο Κάμενεφ και ο Μπουχάριν θεωρούσαν πιο επικίνδυνο να αναλάβει την αρχηγία ο Τρότσκι, οι δυο πρώτοι έχοντας οι ίδιοι αρχηγικές βλέψεις, και υποστήριξαν τον Στάλιν. Αργότερα ο Στάλιν, αφού κατανίκησε τους αντιπάλους του, υπέβαλε σε μια συνεδρίαση την παραίτησή του ενθυμούμενος την πρόταση του Λένιν. Αυτό ήταν ένας θεατρινισμός, για να επιβεβαιώσει πλέον αναμφισβήτητα την κυριαρχία του, καθώς η απόρριψη της παραίτησης από τους υποστηρικτές του ήταν βέβαιη.
Ο Στάλιν, αν τον κρίνουμε σαν προσωπικότητα, ήταν κυρίως ένας ικανός τεχνοκράτης. Είχε οργανωτικές ικανότητες και καταλάβαινε τεχνικά ζητήματα της οικονομίας, όπως, ας πούμε, ο σχεδιασμός του μετρό της Μόσχας ή οι λεπτομέρειες του εξηλεκτρισμού. Ταυτόχρονα όμως, πέρα από τον αυταρχισμό, την επιπεδότητα και τη φιλαρχία του, ο Στάλιν δεν ήταν μαρξιστής. Τα θεωρητικά γραπτά του μπορεί να χαρακτηριστούν ως ένας ψευτο-μαρξιστικός δογματισμός.
- Ποιοι ήταν οι λόγοι που οδήγησαν τον Στάλιν να προχωρήσει στις εκκαθαρίσεις;
Θα αντιληφθούμε αυτούς τους λόγους αν δούμε πρώτα ποιες δυνάμεις εξέφραζε ο Στάλιν, και μόνο στη συνέχεια συζητήσουμε τα προσωπικά του κίνητρα και τις επιδιώξεις.
Ο Στάλιν ήταν ο εκπρόσωπος της κομματικής και κρατικής γραφειοκρατίας, η οποία επικαλούνταν την επανάσταση ως νομιμοποίησή της, αλλά στην πραγματικότητα ήταν ένα μικροαστικό στρώμα και η οπτική της δεν είχε σχέση με τον κομμουνισμό, που εκφράζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, ούτε με τη μαρξιστική θεωρία. Επιπλέον, ο Στάλιν συσπείρωνε τη χειρότερη, παρασιτική μερίδα των γραφειοκρατών, αυτούς που θα μπορούσε να ονομάσουμε άξεστους γραφειοκράτες. Στο πλευρό του συντάχθηκαν κάθε λογής αριβίστες, ατάλαντοι και αγράμματοι, στελέχη όπως οι Μολότοφ, Βοροσίλοφ, Καγκάνοβιτς, Μαλενκόφ, Μπέρια, Ζντάνοφ, που με ένα-δυο εξαιρέσεις δεν είχαν παίξει ουσιαστικό ρόλο στην επανάσταση και μερικοί μάλιστα, όπως ο διαβόητος εισαγγελέας των Δικών της Μόσχας Βισίνσκι, ήταν αντίπαλοί της.
Αυτά τα στοιχεία δεν είχαν τις γνώσεις και τις ικανότητες να χειριστούν τα σύνθετα προβλήματα της σοσιαλιστικής μετάβασης στην ΕΣΣΔ, ενώ παρά τους όρκους τους στο σοσιαλισμό υποκινούνταν από ιδιοτελή κίνητρα σταδιοδρομίας, απόκτησης προνομίων, κοκ. Για να υπερισχύσουν και να εδραιωθούν στην εξουσία ήταν απαραίτητο, ιδιαίτερα ενόψει της ανεπάρκειάς τους και των οικονομικών αποτυχιών, να ξεκαθαρίσουν κάθε διαφορετική τάση στο κόμμα και το σοβιετικό κράτος. Αυτό ακριβώς επιτεύχθηκε με τις εκκαθαρίσεις του 1936-38, που εξάλειψαν τα πιο θετικά επιτεύγματα της δεκαετίας του 1920 σε όλους τους τομείς, και την επιβολή ενός καθεστώτος τρόμου που τους έθετε εκτός αμφισβήτησης.
Βέβαια στις διαμάχες της δεκαετίας του 1920 και ως τα 1935 ο Στάλιν, ο οποίος ήταν ένας εξαιρετικός τακτικιστής, στηριζόταν και σε άλλες δυνάμεις. Το πρόβλημα του Στάλιν αυτή την περίοδο ήταν να ελέγξει πλήρως το κόμμα και να απομακρύνει από τα διάφορα ιδρύματα, επιτροπές, κ.λπ., τους μαρξιστές διανοούμενους, που οι περισσότεροι υποστήριζαν τον Τρότσκι και τον Μπουχάριν. Σε αυτό το έργο δεν μπορούσε να βασιστεί στο στενό κύκλο του, ήταν όλοι αντιπαθείς τύποι. Βασίστηκε λοιπόν σε αυτούς που θα μπορούσε να αποκληθούν «πολιτισμένοι γραφειοκράτες», όπως οι Κίροφ, Κοσιόρ, Πόστιτσεφ, Τσουμπάρ, Έιχε, κ.ά. Οι τελευταίοι θεωρούσαν τον Στάλιν ως αρχηγό τους, εκείνον που τους προωθούσε στις ηγετικές θέσεις. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ο Στάλιν τους χρησιμοποιούσε για τους δικούς του σκοπούς και μετά την επικράτησή του, όταν δεν τους είχε πλέον ανάγκη, εκκαθάρισε σχεδόν στο σύνολό της αυτή την πτέρυγα – πάνω από το 70% των μελών της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος και το 60% των συνέδρων στο 17ο Συνέδριο του 1934 – φέρνοντας στο προσκήνιο τα πραγματικά στηρίγματα της εξουσίας του, τους διάφορους Γιέζοφ και Μπέρια.
Οι εκκαθαρίσεις, που συνδυάστηκαν με μαζικές εκτοπίσεις αθώων στα γκούλαγκ, κόστισαν αμέτρητες ανθρώπινες ζωές, προκαλώντας ταυτόχρονα ένα κλίμα μαζικής υστερίας, τρόμου και αποχαύνωσης, που δηλητηρίασε την κοινωνική ζωή στην ΕΣΣΔ. Θα παραθέσω μια μαρτυρία του Μπόρις Εφίμοφ, σκιτσογράφου που στη διάρκεια των Δικών σχεδίασε πλήθος γελοιογραφίες των Τρότσκι, Μπουχάριν, Ζινόβιεφ και άλλων εκκαθαρισμένων ηγετών, όπου παρουσιάζονταν σαν γουρούνια, δολοφόνοι σαμποτέρ, πράκτορες της Γκεστάπο, κοκ. Ο Εφίμοφ εξαναγκάστηκε να κάνει αυτά τα σκίτσα· ο αδελφός του Μιχαήλ Κολτσόφ, δημοσιογράφος της Πράβντα, είχε συλληφθεί στις εκκαθαρίσεις (εκτελέστηκε το 1940) και ο ίδιος φοβόταν ότι θα έχει την ίδια μοίρα. Σε μια συνέντευξή του μετά το 1990 δήλωσε:
«Ακόμα και τώρα ντρέπομαι γι’ αυτά… Για τα σκίτσα όπου παρέστησα τον Τρότσκι, τον Μπουχάριν, ανθρώπους που σεβόμουν βαθιά… Είναι ακόμα η οδύνη μου… αλλά δεν μπορούσα να αρνηθώ να τα ζωγραφίσω, αλλιώς θα ήμουν τελειωμένος στη στιγμή».
Όλα αυτά ενδυνάμωσαν τα φανατικά, παθολογικά στοιχεία στην προσωπικότητα του Στάλιν, που θεμελιώνονταν τελικά στο ότι εμφάνιζε ως υπεράσπιση του σοσιαλισμού ενέργειες που αποσκοπούσαν μόνο στη διατήρηση της αυταρχικής του εξουσίας. Ο Χρουστσόφ αφηγείται στην αυτοβιογραφία του αρκετά περιστατικά σχετικά με τη μανία καταδίωξης που ανέπτυξε βαθμιαία ο Στάλιν, βάζοντας τους άλλους να δοκιμάζουν πρώτοι τα φαγητά του, κοκ. Σε μια περίσταση, όπως αναφέρει, είχε ακούσει τον Στάλιν να μονολογεί: «Είμαι τελειωμένος. Δεν έχω εμπιστοσύνη σε κανέναν, ούτε καν στον ίδιο μου τον εαυτό».
- Τι σήμαινε αυτό για τη πορεία της Σοβιετικής Ένωσης μετά τον θάνατό του;
Οι συνέπειες των καταστροφών και των εκκαθαρίσεων της σταλινικής εποχής ήταν καθοριστικές σε δυο επίπεδα.
Κατά πρώτο λόγο, προδιέγραψαν σε μεγάλο βαθμό την ήττα της ΕΣΣΔ στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ. Η ιδιομορφία της κατάστασης μετά τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης ήταν ότι, ακριβώς επειδή ξεκινούσε από ένα πολύ χαμηλότερο επίπεδο, η ΕΣΣΔ θα μπορούσε να υπερισχύσει στον ανταγωνισμό με τον καπιταλιστικό κόσμο μόνο αν οι δυνατότητες που παρείχαν οι σοσιαλιστικές σχέσεις για μια ανώτερη οργάνωση της παραγωγής υλοποιούνταν με υποδειγματικό τρόπο. Παράλληλα, ήταν σημαντικό να προωθηθεί η επανάσταση και σε άλλες, πιο ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, όταν παρουσιάζονταν τέτοιες ευκαιρίες (όχι πολλές, καθώς ο καπιταλισμός έδειξε αξιοσημείωτη αντοχή), ώστε να τερματιστεί η απομόνωση της ΕΣΣΔ. Ο σταλινισμός έπνιξε τις καλύτερες δυνάμεις στην ΕΣΣΔ και θυσίασε την επανάσταση στις άλλες χώρες, καθιστώντας έτσι εντελώς προβληματική την επιτυχία του πρώτου σοσιαλιστικού εγχειρήματος.
Κατά δεύτερο λόγο, η εξόντωση της μαρξιστικής διανόησης και το κλίμα του φόβου έριξαν το μαρξισμό δεκαετίες πίσω. Το αποτέλεσμα ήταν όταν αποσταθεροποίηθηκε η ΕΣΣΔ λόγω της οικονομικής κρίσης και αναποτελεσματικότητας από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 να μη βρεθούν δυνάμεις με μια ξεκάθαρη αντίληψη των προβλημάτων και του δρόμου προς τα εμπρός.
Βέβαια, πρέπει να πούμε, οι κατακτήσεις της επανάστασης, ενώ τραυματίστηκαν σοβαρά, δεν ακυρώθηκαν πλήρως από το σταλινισμό. Οι θεωρίες ότι η ΕΣΣΔ έγινε μια νέου τύπου εκμεταλλευτική κοινωνία που δεν διέφερε από τον καπιταλισμό είναι λαθεμένες. Αργότερα, με το 20ό Συνέδριο και την Περεστρόικα, έλαβαν χώρα διορθωτικές προσπάθειες, που παραμέρισαν τις χειρότερες όψεις του σταλινισμού, αλλά έμειναν στα μισά του δρόμου.
Παρ’ όλα αυτά στην περίοδο μετά το 1956 υλοποιήθηκαν ορισμένες από τις δυνατότητες του σοσιαλισμού. Για παράδειγμα η εξάλειψη της ανεργίας, οι κοινωνικές παροχές, η δωρεάν παιδεία και υγεία, χωρίς μαζική καταπίεσης και με σχετική ατομική ασφάλεια. Στη δεκαετία του 1970 σημειώθηκε μια μερική ανάκαμψη του μαρξισμού, με αξιόλογους στοχαστές όπως ο Ιλιένκοφ, ο Όιζερμαν και άλλοι, καθώς και μια αναζωογόνηση στις κοινωνικές επιστήμες και την τέχνη. Αν και οι τάσεις αυτές έμειναν αρκετά κάτω από τις υποσχέσεις της δεκαετίας του 1920, είναι σημαντικό να αναγνωρίζονται, ιδιαίτερα απέναντι στην αντικομμουνιστική παρουσίαση της ΕΣΣΔ ως ενός καθολικού μαύρου, που αρνείται και δυσφημεί κάθε εναλλακτική στον καπιταλισμό.
- Θα μπορούσε να είναι διαφορετική η κατάσταση αν είχε εκλεγεί κάποιος άλλος;
Αυτό είναι ένα εύλογο ερώτημα, δεν τίθεται όμως σωστά με αυτό τον τρόπο. Το πραγματικά σημαντικό είναι να δούμε ποιες εναλλακτικές δυνατότητες υπήρχαν απέναντι στην πορεία που ακολούθησε ο Στάλιν. Αυτό είναι ένα θέμα που δεν συζητώ στο βιβλίο, όπου δείχνω μόνο τα αποτελέσματα του σταλινισμού. Το έχω συζητήσει στη μελέτη μου για τον Λένιν, η οποία εκδόθηκε το 2017 από τις Εκδόσεις Τόπος.
Επιγραμματικά θέτοντάς το, ο Λένιν προσέβλεπε σε μια βαθμιαία προώθηση των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών μέσω της ΝΕΠ. Θεωρούσε ως κύριο μέλημα τη διατήρηση της συμμαχίας με την αγροτιά, για χάρη της οποίας έπρεπε να αποφευχθεί κάθε πρόωρη εισαγωγή των κομμουνιστικών σχέσεων στο χωριό, και προσέβλεπε σε μια μερική μόνο κολεκτιβοποίηση μέσω των συνεταιρισμών με παράλληλη διατήρηση από τους αγρότες της δυνατότητας να εμπορεύονται μέρος της παραγωγής τους, για να καλύπτονται οι τοπικές ανάγκες. Σύμφωνα με τον Λένιν, οι πόροι για την εκβιομηχάνιση θα έπρεπε να εξασφαλιστούν κυρίως μέσω οικονομιών στον κρατικό μηχανισμό, με τον περιορισμό της σπατάλης και του γιγαντισμού του.
Αυτή η τελευταία δυνατότητα ήταν κλειστή στον Στάλιν, που εξέφραζε ακριβώς την κομματική και κρατική γραφειοκρατία. Έτσι, αρνούμενος την προοπτική και τις κατευθύνσεις του Λένιν, προώθησε τη βίαιη κολεκτιβοποίηση, ισοπεδώνοντας τους αγρότες.
Το θέμα είναι ότι για να αποφευχθεί αυτή η εξέλιξη, στην οποία ωθούσαν ισχυροί παράγοντες, χρειαζόταν μια καθοδήγηση του επιπέδου του Λένιν, η οποία δεν δόθηκε από τους άλλους ηγέτες.
Ο Τρότσκι, ο οποίος ανέλαβε μετά το θάνατο του Λένιν τον αγώνα ενάντια στη γραφειοκρατία, είδε το πρόβλημα και κριτικάρισε τις κατευθύνσεις του Στάλιν. Ωστόσο, λειτουργούσε συχνά με διασπαστικό τρόπο που δεν διασφάλιζε την ενότητα των δυνάμεων που θα μπορούσαν έμπρακτα να του φράξουν το δρόμο. Για παράδειγμα, το 1930, όταν ξέσπασε η σύγκρουση ανάμεσα στον Στάλιν και τον Μπουχάριν, ο Τρότσκι, εξόριστος πια, είχε πει, «Με τον Στάλιν ενάντια στον Μπουχάριν ίσως, με τον Μπουχάριν ενάντια στον Στάλιν ποτέ», και αναδιπλώθηκε από αυτή τη θέση μόνο όταν φάνηκαν τα αδιέξοδα της κολεκτιβοποίησης. Για να δοθεί μια εναλλακτική στον Στάλιν θα έπρεπε να είχε πει το 1922-24 το ακριβώς αντίθετο αυτού που είπε το 1930. Φυσικά αυτό δεν δικαιολογεί τους οικείους αφορισμούς του στιλ, «Και ο Τρότσκι να ήταν τα ίδια θα έκανε», όμως υπήρχε στις θέσεις του Τρότσκι κάτι μη ικανοποιητικό, ώστε η ήττα του δεν ήταν τυχαία.
Ο Μπουχάριν ήταν ένας διακεκριμένος μαρξιστής θεωρητικός. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην οργάνωση των ακαδημαϊκών κλάδων στις δεκαετίες του 1920 και του 1930, ενώ το τελευταίο φιλοσοφικό έργο του, γραμμένο στη φυλακή πριν την εκτέλεσή του, είναι ένα έργο μεγάλης αξίας, που ανανεώνει τη μαρξιστική θεωρία. Ωστόσο, ο Μπουχάριν ήταν ένας θεωρητικός, όχι ένας πρακτικός πολιτικός, είχε ένα στοιχείο σχολαστικότητας στις απόψεις του, όπως είχε επισημάνει ο Λένιν. Αρχικά συμμάχησε με τον Στάλιν, υπεκφεύγοντας όλα τα ζητήματα σχετικά με το γραφειοκρατισμό, και όταν αντέδρασε στις παραμονές της κολεκτιβοποίησης ήταν πλέον αργά.
Οι άλλοι ηγέτες, όπως ο Ζινόβιεφ και ο Κάμενεφ, ήταν σαφώς κατώτερων ικανοτήτων.
Σχολιάστε